και φτάσανε στην ίδια όχθη. Ψηλότερα στεκότανε ο λύκος.
πολυ πιο χαμηλά το αρνί. Τότε σπρωγμένος από την ξέφρενη λαιμαργία του,
ο κακούργος εκείνος έψαξε πρόφαση να καβγαδίσει.
"Γιατί¨του ρίχτηκε, "μου θόλωσες το νερό που έπινα;"
Τότε το αρνί του λέει κατατρομαγμένο:
"Από σένα κατεβαίνει το νερό που πίνω".
Τότε εκείνος, διαψευμένος από τα γεγονότα, επιμένει:'
"Πάνε εξι μήνες που με κακολογείς".
Και το αρνί του απαντάει: "Μα εγώ ούτε που είχα γεννηθεί"
Και ο άλλος: "Ο πατέρας σου, μα τον Ηρακλή, με κακολογούσε".
Και με αυτά τα λόγια, το αρπάζει και ενάντια σε κάθε δίκιο το ξεσκίζει.
Αυτός ο μύθος αφιερώνεται σε όποιον
επινοεί προφάσεις για να καταπιέσει τους αθώους.
( Φαίδρος, Μύθοι)