Samstag, 20. März 2021

Ο Γρηγόριος Ε΄


Στις 22 Φεβρουαρίου 1821, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης διέβη τον Προύθο και κήρυξε την Επανάσταση στην Μολδοβλαχία.

Ο σουλτάνος έμαθε τα νέα την 1η Μαρτίου. Φώναξε όλους τους Μουσουλμάνους και τους διέταξε να οπλοφορούν και να σκοτώνουν ελεύθερα όποιον χριστιανό μπορέσουν κηρύσσοντας ιερό πόλεμο.
Οι δολοφονίες, οι βιασμοί, οι λεηλασίες και κάθε άλλη απάνθρωπη πράξη έκαναν τον βίο αβίωτο των Χριστιανών σε όλη την επικράτεια αυτής της δαιμονικής Αυτοκρατορίας.

Στις 2 Μαρτίου ο σουλτάνος κάλεσε τον Πατριάρχη και είχε μαζί του μια 5-ωρη συζήτηση, στην οποία τον διέταξε να καταγγείλει τους επαναστάτες.
Επειδή ο Πατριάρχης κώφευσε στις απαιτήσεις του σουλτάνου στις

11 Μαρτίου τον διέταξε να εκδώσει μπουγιουρντί αφορισμού κατά των Αλέξανδρου Υψηλάντη και Μιχαήλ Σούτσου.

Αυτός ο πρώτος αφορεσμός έγινε με τρόπο ώστε να μην το αντιληφθούν

Ούτε οι πιο επίσημοι Έλληνες του Φαναρίου, οι ηγέτες όλου του γένους, ούτε οι ανταποκριτές των μεγάλων ευρωπαϊκών εφημερίδων στην Κωνσταντινούπολη.
Το δε κείμενο του αφορισμού, καίτοι φρικώδες, δεν τηρούσε τους τύπους ενός εκκλησιαστικού αφορισμού και ήταν άκυρο.
Στις 10 Απριλίου του 1821, ο σεβάσμιος γέροντας σέρνεται στους δρόμους της Κωνσταντινούπολης και απαγχονίζεται.


 
Ενδεικτική της αξίας αυτού του Μεγάλου Πατριάρχη ήταν η απάντηση στις προτάσεις υπαλλήλων ξένων πρεσβειών να εγκαταλείψει την Κωνσταντινούπολη

Μη με προτρέπετε εις φυγήν, μάχαιρα θα διέλθη τας ρύμας της Κωνσταντινουπόλεως και των λοιπών πόλεων των χριστιανικών επαρχιών. Υμείς επιθυμείτε, εγώ μετημφιεσμένος να καταφύγω...ουχί! Εγώ δια τούτω είμαι πατριάρχης, όπως σώσω το έθνος μου...ο θάνατός μου ίσως επιφέρει μεγαλυτέραν οφέλειαν από την ζωή μου...Ναι, ας μη γίνω χλεύασμα των ζώντων. Δε θα ανεχτώ ώστε εις τα οδούς της Οδησσού, της Κέρκυρας και της Αγκώνος, διερχόμενον εν μέσω των αγύιων, να με δακτυλοδεικτούσι λέγοντες, Ιδού έρχεται ο φονεύς πατριάρχης
Στις 1 Μαΐου του ίδιου έτους ο διάδοχος του, Ευγένιος Β’, ένας άνθρωπος ανάλγητος και αληθινά τουρκόδουλος, 
 εκδίδει έναν ορθό αφορισμό, ο οποίος έμεινε κρυφός στην επίσημη ιστοριογραφία, καθώς στόχος της ήταν η πλαστογράφηση της ιστορίας για την αληθινή προσωπικότητα του Γρηγορίου του Ε’.

Sonntag, 14. März 2021

Τόμυρις, Για την ημέρα της γυναίκας

Τα δυτικά όρια της Κασπίας είναι Καύκασος, στα ανατολικά απλώνεται μια πεδιάδα απέραντη, που χάνεται το μάτι του ανθρώπου. Από τη μεγάλη αυτή πεδιάδα ένα κομμάτι —κι όχι το μικρότερο— το πιάνουν οι Μασσαγέτες, που εναντίον τους ζήτησε ο Κύρος να κινήσει το στρατό του.
Οι Μασσαγέτες, ύστερα από το θάνατο του ανδρός της, είχαν βασίλισσά τους τη γυναίκα του. Το όνομά της ήταν Τόμυρις.
Έγιναν δύο μάχες μεταξύ του στρατού του Κύρου και του στρατού της Τόμυρις. Την πρώτη την κέρδισε ο Κύρος, με πονηριά.
Την δεύτερη την κέρδισε ο θάνατος που άρπαξε τον Πέρση Βασιλιά:
Η Τόμυρις, επειδή ο Κύρος δεν άκουσε τη συμβουλή της, συγκέντρωσε όλη της τη στρατιωτική δύναμη και χτυπήθηκε με τον Κύρο. Αυτή η μάχη πιστεύω πως στάθηκε η πιο σκληρή από όσες μάχες έγιναν μεταξύ βαρβάρων. Και μάλιστα πληροφορούμαι πως εξελίχθηκε ως εξής: [1.214.2] Καταπώς λένε, στην αρχή κρατώντας οι αντίπαλοι απόσταση μεταξύ τους, έριχναν ο ένας στο άλλο βέλη· ύστερα, όταν τα βέλη τούς τελείωσαν, ήρθαν στα χέρια κι άρχισαν να χτυπιούνται με λόγχες και με μαχαίρια. Ώρα πολλή συμπλέκονταν και μάχονταν, κι ούτε ο ένας ούτε ο άλλος έλεγε να τραβηχτεί. Στο τέλος όμως νίκησαν οι Μασσαγέτες. [1.214.3] Έτσι αφανίστηκε στο πεδίο της μάχης το μεγαλύτερο μέρος του περσικού στρατού, και το σπουδαιότερο: σκοτώνεται ο ίδιος ο Κύρος, ύστερα από βασιλεία που κράτησε συνολικά τριάντα χρόνια παρά ένα. [1.214.4] Η Τόμυρις τότε, έχοντας γεμίσει έναν ασκό με αίμα ανθρώπινο, έψαχνε ανάμεσα στους νεκρούς των Περσών το πτώμα του Κύρου, κι όταν το βρήκε, του βύθισε το κεφάλι μέσα στον ασκό, και ενώ κακοποιούσε τον νεκρό, του έλεγε ταυτοχρόνως τα παρακάτω λόγια: [1.214.5] «Εσύ μ᾽ αφάνισες εμένα, κι ας ζω κι ας σε έχω νικήσει στη μάχη, αφού έπιασες μ᾽ απάτη το γιο μου· εσένα λοιπόν κι εγώ με τη σειρά μου, σύμφωνα με τις απειλές μου, θα σε χορτάσω με αίμα». Ανάμεσα στα όσα λέγονται —και λέγονται πολλά— για το τέλος του Κύρου, ανέφερα την παράδοση που κατά τη γνώμη μου είναι η πιο αξιόπιστη.
Ο πίνακας είναι του Andrea del Castagno, Βασίλισα Tomyris, Fresko σε ξύλο, 1450

Ο πλούτος των γλωσσών



Δεν θέλουμε να πείσουμε τους ανθρώπους για τις ιδέες μας, αλλά θέλουμε να περιορίσουμε το λεξιλόγιο τους με τέτοιον τρόπο ώστε αυτοί να μην μπορούν να εκφράσουν παρά μόνο τις δικές μας ιδέες.
(Γιόσεφ Γκαίμπελς)

Ο πλούτος των Εθνών και ο πλούτος των γλωσσών






Καιρό είχα να απολαύσω το αφήγημα ενός καθαρού μυαλού για τα τεκταινόμενα του σήμερα.
Ο Jaen - Paul Fitoussi διαπιστώνει την υποχώρηση της δημοκρατίας, σε παγκόσμιο επίπεδο, με την αύξηση των ανισοτήτων.
Αυτή η οικονομική εικόνα που επεβλήθηκε από την επικράτηση του νεοφιλελευθερισμού με την ταυτόχρονη υποχώρηση του κράτους, έγινε όχι με την βοήθεια μιας αντεπανάστασης, αλλά με την βοήθεια της γλώσσας.
Το δράμα ξεκίνησε με την χρήση μιας ορολογίας που πήρε το ευγενικό όνομα πολίτικαλ κορέκτ, συνεχίστηκε με την υποστήριξη μιας κατά φαντασίαν διανόησης, που δηλώνει σε δεξιά και δυστυχώς κυρίως σε αριστερά αυτιά ότι όλες οι γλώσσες είναι τέλειες και ίσες και επομένως δεν χρειάζεται να στενοχωριόμαστε για την υποχώρησή του πλούτου τους.
Δεν υπάρχουν ανώτερες και κατώτερες γλώσσες ούτε πλούσιες και πλουσιότερες ή φτωχές και φτωχότερες.
Αφού λοιπόν δεν υπάρχουν πλούσιες και φτωχές γλώσσες, δεν μας αγγίζει η φτωχοποίηση της γλώσσας και ο εμπλουτισμός της με νέες λέξεις που εισβάλουν σαν πανούκλα στην κοινωνία και καίνε αρχέγονες αρετές του ανθρώπου μεταβάλλοντας τον σε έναν παρατηρητή ενός κόσμου που σαπίζει. Λέξεις σβήνονται από το λεξιλόγιο μας και νέες λέξεις ακατανόητες εισέρχονται.
Έτσι δεν υπάρχει πια δημοσιονομική πολιτική, αλλά διαρθρωτική πολιτική, δεν υπάρχει ανεργία αλλά αύξηση της ανταγωνιστικότητας, δεν υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις ενός προβλήματος, άρα δεν υπάρχει ούτε το πρόβλημα.
Το δημοσιονομικό χρέος είναι ο ίδιος ο διάβολος μεταμορφωμένος, επομένως το κράτος δεν πρέπει να κάνει χρέη, αλλά να λειτουργεί με μηδενικά ελλείμματα, παρότι το παγκόσμιο χρέος αυξάνει σαν ζιζάνια που καταστρέφουν την παραγωγή.
Δεν υπάρχουν πια φτωχοί, καθώς ο φτωχός παραδέχεται ακόμη και ο ίδιος ότι αυτός ευθύνεται για την φτώχεια του και έχει τύψεις γι αυτήν.
Με άλλα λόγια, λύθηκαν όλες οι διαφορές μεταξύ Κεφαλαίου και Εργασίας, αφού για όλα φταίμε εμείς οι ίδιοι.
Αν ωστόσο υπάρξει ένα ελάχιστο φως μέσα σ αυτό το σκοτάδι και την σύγχυση, τότε για να μπορέσει να αρθρωθεί ορθός λόγος, πρέπει να ξαναβρούμε τις χαμένες λέξεις και να τις εναποθέσουμε ευλαβικά στην θέση τους.

Montag, 1. März 2021

Οι γυναίκες στον αρχαίο κόσμο.


Η θέση της γυναίκας στον αρχαίο κόσμο, κάθε άλλο παρά ενιαία ήταν.
Ας διαβάσουμε με την σειρά τι μας έχει παραδώσει ο Ηρόδοτος.
Οι Λύκιοι κατάγονταν παλιά από την Κρήτη (γιατί την Κρήτη ολόκληρη, στα παλιά χρόνια την είχαν οι βάρβαροι).
[1.173.4] Τα έθιμα τους είναι εν μέρει κρητικά και εν μέρει καρικά· νά όμως μια τους συνήθεια, που είναι δική τους κι όπου δεν συμφωνούν με κανέναν από τους άλλους ανθρώπους: το επώνυμό τους το παίρνουν από τη μάνα τους κι όχι από τον πατέρα τους. [1.173.5] Κι αν κάποιος ρωτήσει τον πλησίον του ποιά η γενιά του, αυτός θα γενεαλογήσει τον εαυτό του από τη μάνα του και θα προχωρήσει στης μητέρας του τη μάνα κ.ο.κ. Κι αν μια γυναίκα ντόπια παντρευτεί έναν δούλο, τα παιδιά της θεωρείται ότι κρατούν την ευγενική τους καταγωγή. Αν όμως ένας ντόπιος άνδρας, κι ας είναι ο πρώτος από τους πολίτες, παντρευτεί μια ξένη ή μια παλλακή, τα παιδιά τους χάνουν τα πολιτικά τους δικαιώματα.

Κλειώ


Η καταγωγή του Κύρου


Ο Αστυάγης, βασιλιάς των Μήδων, απόχτησε μια θυγατέρα που της έδωσε το όνομα Μανδάνη. Είδε στον ύπνο του ο Αστυάγης πως η κόρη του κατούρησε τόσο πολύ, ώστε πλημμύρισε την Ασία ολόκληρη. Το όνειρό του το εμπιστεύτηκε σε ονειροκρίτες μάγους, και φοβήθηκε, όταν έμαθε τί ακριβώς σήμαινε. Όταν πια η Μανδάνη έγινε κορίτσι της παντρειάς, δεν την δίνει γυναίκα σε κανένα από τους Μήδους της τάξης του, επειδή φοβόταν το όνειρο· αλλά τη δίνει σε κάποιον Πέρση —Καμβύσης ήταν το όνομά του—, που ρώτησε και έμαθε πως είναι από καλό σπίτι, ήσυχος άνθρωπος, και που τον έβρισκε κατώτερο από έναν Μήδο δεύτερης σειράς.
Ζούσανε παντρεμένοι ο Καμβύσης και η Μανδάνη, όταν ο Αστυάγης, στον πρώτο χρόνο του γάμου τους, είδε ένα άλλο όνειρο: του φάνηκε ότι από το αιδοίο της κόρης του φύτρωσε ένα κλήμα, κι αυτό το κλήμα άπλωσε πάνω σ᾽ όλη την Ασία. [1.108.2] Μετά από αυτό το όνειρο που είδε και που το εμπιστεύθηκε στους ονειροκρίτες, έστειλε κι έφερε από την Περσία την κόρη του που ήταν ετοιμόγεννη· κι όταν έφτασε, την φρουρούσε, έχοντας σκοπό να σκοτώσει το παιδί που θα γεννιόταν από αυτή. Γιατί οι ονειροκρίτες μάγοι τού είχαν εξηγήσει ότι το όνειρό του σημαίνει πως μέλλει στη θέση του να βασιλεύσει ο γιος της κόρης του. [1.108.3] Γι᾽ αυτόν λοιπόν το λόγο ο Αστυάγης είχε πάρει τα μέτρα του, και μόλις γεννήθηκε ο Κύρος φώναξε τον Άρπαγο —άνθρωπο δικό του, πολύ έμπιστό του ανάμεσα στους Μήδους, που του ανέθετε όλες του τις υποθέσεις— και του έλεγε τα εξής: [1.108.4] «Άρπαγε, το πράγμα που θα σου εμπιστευθώ, καθόλου μην το αμελήσεις, μήτε να προσπαθήσεις να με ξεγελάσεις θέλοντας να εξυπηρετήσεις άλλους, κι ύστερα πέσεις ο ίδιος στην παγίδα που έστησες. Πάρε το αγόρι που γέννησε η Μανδάνη, πήγαινέ το σπίτι σου και σκότωσέ το· ύστερα θάψε το με όποιον τρόπο θέλεις». [1.108.5] Κι εκείνος απαντά: «Βασιλιά μου, ποτέ άλλοτε ώς τώρα δεν είδες σ᾽ αυτόν που σου μιλά κάτι που να σε δυσαρέστησε, κι έχουμε βέβαια το νου μας και στο μέλλον να μην κάνουμε κανένα σφάλμα εις βάρος σου. Κι αν έτσι αγαπάς να γίνει το πράγμα, πρέπει από μέρους μου να σε εξυπηρετήσω ανάλογα».
[1.109.1] Ύστερα από την απάντηση αυτή, ο Άρπαγος, ευθύς ως του παρέδωσαν το παιδί στολισμένο με τα στολίδια του θανάτου, τράβηξε κλαίοντας για το σπίτι του.

Ο Αρπαγος, πες γιατί λυπήθηκε το παιδί, πες γιατί φοβήθηκε για το μέλλον παρέδωσε το παιδί σε έναν βοσκό του Αστυάγη, με εντολή να το θανατώσει.
Όπως ίσως θα ξέρετε , ο βοσκός το κράτησε και έδωσε στα όρνια το δικό του παιδί, που γεννήθηκε πεθαμένο.
Σε ηλικία 10 χρονών ο παππούς Αστυάγης ανακάλυψε ότι ο εγγονός του δεν είχε θανατωθεί, αλλά ζούσε.
Έδειξε λοιπόν ευχαριστημένος που ο εγγονός του ζει και κάλεσε τον Άρπαγο στο παλάτι για φαγητό.
Ο Αρπαγος χαρούμενος για την έκβαση των γεγονότων στέλνει στο παλάτι, πριν από το γεύμα τον 14-χρονο γιό του, για να βοηθήσει στις δουλειές



King Astyages commands Harpagos to take the infant Cyrus and slay him, tapestry by Jan Moy (1535-1550).

Ο Αστυάγης όμως, μόλις ο γιος του Άρπαγου έφτασε στο παλάτι, τον έσφαξε, κομμάτιασε τα μέλη του, κι αφού άλλα τα έψησε κι άλλα τα έβρασε, τα ετοίμασε και περίμενε.
[1.119.4] Όταν έφτασε η ώρα του δείπνου και ήρθαν και οι άλλοι καλεσμένοι και ο Άρπαγος, μπροστά στους άλλους στρώθηκαν τραπέζια γεμάτα από αρνίσια κρέατα· όμως στον Άρπαγο μπροστά τα μέλη του παιδιού του· εκτός από το κεφάλι και τις άκρες των χεριών και των ποδιών, όλα τα άλλα· αυτά βρίσκονταν χωριστά, καλοσκεπασμένα μέσα σ᾽ ένα πανέρι. [1.119.5] Όταν πια ήταν φανερό ότι ο Άρπαγος είχε καλά χορτάσει, τον ρώτησε ο Αστυάγης αν νοστιμεύτηκε με το φαγητό. Ο Άρπαγος ομολόγησε πως ναι, ευχαριστήθηκε πολύ — και τότε έφεραν αυτοί που είχαν οριστεί το κεφάλι του παιδιού, σκεπασμένο καλά, και τα χέρια και τα πόδια. Στάθηκαν στον Άρπαγο μπροστά και τον καλούσαν να τα ξεσκεπάσει και να πάρει ό,τι θέλει. [1.119.6] Υπάκουσε ο Άρπαγος και ξεσκεπάζοντάς τα βλέπει τα απομεινάρια του παιδιού του. Μπροστά σ᾽ αυτό το θέαμα δεν έδειξε την ταραχή του αλλά αυτοκυριαρχήθηκε. Ο Αστυάγης τον ρώτησε αν τώρα καταλάβαινε ποιανού αγριμιού το κρέας είχε φάει. [1.119.7] Κι αυτός αποκρίθηκε πως ναι, καταλαβαίνει κι είναι καλόδεχτο το καθετί που κάνει ο βασιλιάς. Ύστερα από την απάντησή του αυτή, πήρε ό,τι είχε απομείνει από τα κρέατα και πήγε σπίτι του. Εκεί, πιστεύω, είχε σκοπό να τα μαζέψει όλα και να τα θάψει.

Ηρόδοτος, Κλειώ

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...